Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


declassaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [deklassaˈmento]

1 εκπεσμός
2 υποτίμηση
3 υποβάθμιση


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  declaratorio declassare  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

declamatore (ουσ αρσ )
declamatorio (επίθ.)
declamazione (θηλ.ουσ)
declaratoria (θηλ.ουσ)
declaratorio (επίθ.)
declassamento (ουσ αρσ )
declassare (ρ. μτβ.)
declinabile (επίθ.)
declinare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
declinatoria (θηλ.ουσ)
declinazione (θηλ.ουσ)
declino (ουσ αρσ )
declinometro (ουσ αρσ )
declive (αρσ. επίθ και ουσ)
declivio (ουσ αρσ )
declività (θηλ.ουσ)
declorurare (ρ. μτβ.)
declorurazione (θηλ.ουσ)
decodificare (ρ. μτβ.)
decodificatore (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---