Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


decìna  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [deˈʧina]

η δεκάδα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  decimottavo decisamente  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

decimosecondo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
decimosesto (τακτ. αριθμ. επίθ.)
decimosettimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
decimoterzo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
decimottavo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
decina (θηλ.ουσ)
decisamente (επίρ.)
decisionale (επίθ.)
decisione (θηλ.ουσ)
decisivo (επίθ.)
deciso (επίθ.)
decisorio (επίθ.)
declamare (ρ. μτβ.)
declamato (αρσ. επίθ και ουσ)
declamatore (ουσ αρσ )
declamatorio (επίθ.)
declamazione (θηλ.ουσ)
declaratoria (θηλ.ουσ)
declaratorio (επίθ.)
declassamento (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---