Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


dappiù  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [dapˈpju]

1 καλύτερος
2 ανώτερος
3 υπέρτερος
4 σπουδαιότερος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  dappiede dappocaggine  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

danzatore (ουσ αρσ )
danzatrice (θηλ.ουσ)
dappertutto (επίρ.)
dappiè (επίρ.)
dappiede (επίρ.)
dappiu (επίθ.)
dappocaggine (θηλ.ουσ)
dappoco (επίθ.)
dappoi (σύνδ.)
dappoiché (σύνδ.)
dappresso (επίρ.)
dapprima (επίρ.)
dapprincipio (επίρ.)
dardeggiare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
dardo (ουσ αρσ )
dare (ρ. μτβ.)
darsi (ρ.μ. (αντων.))
darsena (θηλ.ουσ)
darviniano (ουσ αρσ )
darviniano (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---