Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ˈdare] δίνω darsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [ˈdarsi] 1 εμβαθύνω 2 το ρίχνω σε 3 παίρνω με καλό μάτι 4 επιδίδομαι 5 δίνομαι 6 αφοσιώνομαι 7 αρχίζω 8 ξεκινώ 9 ξαναρχίζω 10 δίνομαι σε κάποιον 11 διάκειμαι ευμενώς permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαdài! = έλα τώρα || dare adito a pettegolezzi = δίνω λαβή για σχόλια || dare buon i frutti = πιάνω τόπο || dare buoni frutti = πιάνω τόπο || dare fastidio = ενοχλώ || dare fondo (a) = εξαντλώ || dare il benvenuto = καλωσορίζω || dare il cambio = διαδέχομαι || dare la caccia = καταδιώκω || dare lo sfratto = κάνω έξωση || dare nell'occhio = χτυπώ στο μάτι || dare noia = ενοχλώ || dare per scontato = το δένω κόμπο, προεξοφλώ || dare qualcosa a qualcuno = δίνω κάτι σε κανένα || dare sui nervi a qualcuno = δίνω στα νεύρα κάποιου || dare un sacco di botte = δίνω πολύ ξύλο || dare una mano = βάζω ένα χέρι || dare un'occhiata = ρίχνω μια ματιά || darsela a gambe = το βάζω στα πόδια || darsi appuntamento = δίνω ραντεβού || mi ha dato tormento = μου 'ψησε το ψάρι στα χείλη || non gli ha dato tregua = δε τον αφήνει σε χλωρό κλαρί || può darsi = μπορεί || quanti anni mi dai? = πόσο με κάνεις; || si dà il caso che... = τυχαίνει να... Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |