Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdamaschinàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [damaskiˈnare] 1 διακοσμώ μέταλλο (κατά τα δαμασκηνά) 2 υφαίνω δαμασκηνό ύφασμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |