Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcopiatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [kopjaˈtore] 1 πιστός μιμητής 2 μιμητής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |