ItalianoGreco


coppèlla  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [kopˈpɛlla]

1 δοκιμή
2 κύπελλο διαχωρισμού μετάλλων
3 δοκιμασία διαχωρισμού ευγενούς μετάλλου
4 δοκιμασία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---