Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconvìtto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [konˈvitto] 1 οικοτροφείο 2 οικότροφοι 3 σχολείο οικοτροφείο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |