Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconvertìto
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [konverˈtito] 1 νεοφώτιστος 2 μετατροπή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |