Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


contraffàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [kontrafˈfare]

1 νοθεύω
2 παραποιώ
3 προσποιούμαι
4 χαλκεύω
5 υποκρίνομαι
6 πλαστογραφώ
7 μιμούμαι πιστά
8 πιθηκίζω
9 μιμούμαι
10 προσαρμόζομαι σαν χαμαιλέοντας
11 απομιμούμαι

contraffarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [kontrafˈfarsi]

1 μασκαρεύομαι
2 μεταμφιέζομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  contraereo contraffatto  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

contraddizione (θηλ.ουσ)
contraente (ουσ αρσ και θηλ.)
contraente (επίθ.)
contraerea (θηλ.ουσ)
contraereo (επίθ.)
contraffare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
contraffarsi (ρ.μ. (αντων.))
contraffatto (επίθ.)
contraffattore (ουσ αρσ )
contraffazione (θηλ.ουσ)
contrafforte (ουσ αρσ )
contraggenio (ουσ αρσ )
contralbero (ουσ αρσ )
contraltare (ουσ αρσ )
contralto (ουσ αρσ )
contrammiraglio (ουσ αρσ )
contrappasso (ουσ αρσ )
contrappello (ουσ αρσ )
contrappesare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
contrappesarsi (ρ.μ. (αντων.))

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---