Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


contèrmine  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [konˈtɛrmine]

έχων κοινά όρια


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  conterie conterraneo  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

contenuto (αρσ. επίθ και ουσ)
contenzione (θηλ.ουσ)
contenzioso (ουσ αρσ )
contenzioso (επίθ.)
conterie (θηλ. ουσ πληθ.)
contermine (επίθ.)
conterraneo (αρσ. επίθ και ουσ)
contesa (θηλ.ουσ)
conteso (επίθ.)
contessa (θηλ.ουσ)
contessere (ρ. μτβ.)
contessina (θηλ.ουσ)
contestabile (επίθ.)
contestare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
contestatario (ουσ αρσ )
contestatario (επίθ.)
contestatore (ουσ αρσ )
contestatore (επίθ.)
contestazione (θηλ.ουσ)
contestimone (ουσ αρσ και θηλ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---