Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconsapevolézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [konsapevoˈlettsa] 1 συνειδητοποίηση πλήρης 2 γνώση 3 ενημερότητα 4 συναίσθηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |