ItalianoGreco


connotàto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [konnoˈtato]

1 εξωτερικό χαρακτηριστικό
2 χαρακτηριστικό
3 φυσιογνωμία
4 προσωπικό χαρακτηριστικό
5 περιγραφή
6 χαρακτηριστικά προσώπου


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---