Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcacóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [kaˈkone] 1 δειλός 2 φοβητσιάρης 3 χεζάς 4 χέστης 5 κλανιάρης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |