Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcabalìsta
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kabaˈlista] 1 καβαλιστής 2 μάντης αποτελεσμάτων λόττο 3 μέλος εβραὶκής καβάλας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |