Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbuzzóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [butˈtsone] 1 λαίμαργος 2 κοιλαράς 3 μεγάλη κοιλιά 4 αδηφάγος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |