Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbustìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [busˈtino] 1 κορσές και σουτιέν μαζί 2 μικρός θώρακας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |