Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbussolòtto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [bussoˈlɔtto] 1 τενεκές 2 κούπα για τα ζάρια 3 κουτάκι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |