ItalianoGreco


bonàrio  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [boˈnarjo]

1 ευθύς
2 ειλικρινής
3 απροσποίητος
4 καλοκάγαθος
5 αγαθός
6 καλόπιστος
7 καλόκαρδος
8 απλός
9 πράος
10 καλόβολος
11 καλοσυνάτος
12 ήπιος
13 ανεπιτήδευτος
14 άδολος
15 ευγενικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---