Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόboicottàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [bojkotˈtare] 1 μποὶκοτάρω 2 ενεργώ μποὶκοτάζ 3 επιβάλλω εμπάργκο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |