Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόblu
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈblu] το μπλε, ο μαβής blu επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈblu] μπλε, μαβής permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαcaschi [αρσ. πλυθ.] blu = οι κυανόκρανοι [m.] Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |