ItalianoGreco


avventàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [avvenˈtare]

1 ρισκάρω
2 εκτοξεύω
3 βάλλω
4 εκσφενδονίζω
5 εκτινάζω
6 πετώ
7 ακοντίζω
8 ρίχνω (γροθιά ή μπουνιά)
9 αποτολμώ
10 ριψοκινδυνεύω
11 εξακοντίζω

avventàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [avvenˈtarsi]

1 πέφτω (σε κάποιον ή κάτι)
2 ορμώ
3 βιάζομαι
4 ρίχνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---