ItalianoGreco


audàce  
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [awˈdaʧe]

1 τυχοδιωκτικός
2 περιπετειώδης
3 ριψοκίνδυνος
4 προκλητικός
5 αναιδής
6 αυθάδης
7 απότομος
8 αναίσχυντος
9 ατρόμητος
10 τολμηρός
11 απερίσκεπτος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---