Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόauditòrio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [awdiˈtɔrjo] 1 αίθουσα συναυλιών 2 στούντιο 3 τμήμα κτιρίου για ακροατήριο 4 αίθουσα δημοσίων συναθροίσεων 5 κτίριο δημοσίων συνελεύσεων permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |