Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόassiepaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [assjepaˈmento] 1 κοσμοσυρροή 2 συνωστισμός 3 περίφραξη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |