Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόarrogazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [arrogatˈtsjone] 1 υπερβολική αξίωση 2 διεκδίκηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |