Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόappoggiapièdi
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ap,pɔdʤapjˈɛdi] 1 υποστήριγμα ποδιών 2 υποπόδιο 3 σκαμνί permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |