Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόappìglio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [apˈpiʎʎo] 1 ευκαιρία 2 δικαιολογία 3 πρόφαση 4 υποστήριγμα 5 κράτημα 6 πρόσχημα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |