Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόappezzaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [appettsaˈmento] 1 κτήμα 2 τεμάχιο 3 χωράφι 4 αγρός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |