Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόangosciàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [angoʃˈʃato] 1 θλιμμένος 2 λυπημένος 3 αγωνιών 4 βασανιζόμενος 5 δυστυχισμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |