Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόanamnèsi, anàmnesi
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [anamˈnɛzi], [aˈnamnezi] 1 ιστορικό ασθενούς 2 ανάμνηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |