Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόamlètico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [amˈlɛtiko] 1 αλληλοσυγκρουόμενος 2 αβέβαιος 3 αντιφατικός 4 ο του Άμλετ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |