àlbo
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [ˈalbo]
1 συλλογή δίσκων
2 άλμπουμ
3 πίνακας ανακοινώσεων
4 κατάλογος
5 επετηρίδα
6 συλλογή βιβλίων
àlbo
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [ˈalbo]
1 άσπρος
2 λευκός
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [ˈalbo]
1 συλλογή δίσκων
2 άλμπουμ
3 πίνακας ανακοινώσεων
4 κατάλογος
5 επετηρίδα
6 συλλογή βιβλίων
àlbo
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [ˈalbo]
1 άσπρος
2 λευκός
permalink
albo (ουσ αρσ )
albo (επίθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android