Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόagóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [aˈgone] 1 αρένα 2 προσπάθεια 3 έντονος αγώνας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |