ItalianoGreco


agévole  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [aˈʤevole]

1 δεκτός
2 ανεκτός (για τιμή)
3 λογικός (για τιμή)
4 οικονομικά αποδεκτός
5 καλοδιάθετος
6 βολετός
7 ευχερής
8 εύκολος
9 βολικός
10 αποδεκτός
11 άνετος
12 καλόβολος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---