agènte
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό
Προσφορά I.P.A.: [aˈʤɛnte]
ο πρακτόρας
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό
Προσφορά I.P.A.: [aˈʤɛnte]
ο πρακτόρας
permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα
agente [αρσ. και θηλ.] di cambio = χρηματιστής || agente [αρσ. και θηλ.] di polizia = ο αστυφύλακας || agente [αρσ. και θηλ.] di viaggi = ο ταξιδιωτικός πράκτορας || agente [αρσ. και θηλ.] immobiliare = ο μεσίτης || agente [αρσ. και θηλ.] segreto = ο μυστικός πρακτόρας
agente (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android