Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόagenzìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [aʤenˈtsia] το πρακτορείο permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαagenzia [θηλ.] di cambio = το ανταλλακτήριο συναλλάγματος || agenzia [θηλ.] di stampa = το πρακτορείο τύπου || agenzia [θηλ.] immobiliare = το μεσητικό γραφείο || agenzia [θηλ.] viaggi = το πρακτορείο ταξιδίων Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |