Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόadunàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [aduˈnata] 1 συνέλευση 2 συσσώρευση 3 παρέλαση 4 συνάθροιση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |