Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόadottànte
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [adotˈtante] 1 θετός 2 αυτός που υιοθετεί permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |