Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόàcme
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈakme] 1 ακμή 2 ακμή νόσου 3 κορυφή 4 κρίσις 5 αποκορύφωση 6 κολοφώνας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |