Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbaruffàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [abbarufˈfata] 1 μπέρδεμα 2 αναταραχή 3 σύγχυση 4 καβγάς 5 τσακωμός 6 συμπλοκή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |