Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

γλύκανση [θηλ.ουσ] γλυκοκοιτώ [ρ. μτβ.]
γλυκαντικός [επίθ.] γλυκοκολοκύθα [θηλ.ουσ]
γλυκασμός [ουσ αρσ ] γλυκόλη [θηλ.ουσ]
γλυκατζού [θηλ.ουσ] γλυκόλογα [ουσ ουδ πληθ.]
Γλυκερίδιο [ουσ αρσ ] γλυκόλογο [ουσ ουδ.]
γλυκερίνη {χωρ. πληθ... γλυκομιλάω [ρ. μτβ.]
γλυκερινικός [ουσ αρσ ] γλυκομίλητος [επίθ.]
γλυκερινούχος [ουσ αρσ ] γλυκομιλώ [-άς, -ά]
γλυκερινοφωσφορικό [ουσ ουδ.] γλυκόξινος [επίθ.]
γλυκερόλη [θηλ.ουσ] γλυκοπατάτα {χωρ. γεν....
γλυκερός [επίθ.] γλυκόπικρος [επίθ.]
γλυκίδιο [ουσ ουδ.] γλυκόπιοτος [επίθ.]
γλύκισμα [ουσ ουδ.] γλυκόριζα [θηλ.ουσ]
γλυκό [ουσ ουδ.] γλυκόρριζα {χωρ. γεν....
γλυκοαίματος [επίθ.] γλυκός {γλυκύτ-ερ...
γλυκοβλέπω [ρ. μτβ.] γλυκοσαλιάζω (-)
γλυκογόνο [ουσ ουδ.] γλυκοσάλιασμα [ουσ ουδ.]
γλυκόζη {χωρ. πληθ... γλυκοτραγουδημένος [επίθ.]
γλυκοζίδιο [ουσ αρσ ] γλυκούλης [επίθ.]
γλυκοζουρία [θηλ.ουσ] γλυκούτσικος [επίθ.]
γλυκοζουρικός [επίθ.] γλυκοφιλάω [ρ. μτβ.]
γλυκόηχος [επίθ.] γλυκοφιλώ (γλυκοφίλη...
γλυκοκελαηδάω [ρ. μτβ.] γλυκόφωνος [επίθ.]
γλυκοκοιτάζω (γλυκοκοίτ... γλυκοχαράζει (-)
γλυκοκοιτάω [ρ. μτβ.] γλυκοχάραμα [ουσ ουδ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: