Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γλυκοφιλάω
ρήμα μεταβατικό

variante di [γλυκοφιλώ]

γλυκοφιλώ  
ρήμα μεταβατικό

bacia`re dolceme`nte, tenerame`nte γλυκοφίλησε το γιο της με δάκρυα στα μάτια==baciò dolcemente il figlio, gli occhi pieni di lacrime

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γλυκούτσικος γλυκόφωνος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---