Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

φουντάρισμα [ουσ ουδ.] φουρτουνιάζω {φουρτούνι...
φουντάρω {φούνταρα ... φουρτουνιασμένος [επίθ.]
φουντούκι {φουντουκ-... φουρφουρίζω [ρ.]
φουντουκιά [θηλ.ουσ] φουρφούρισμα [ουσ ουδ.]
φούντωμα [ουσ ουδ.] φουσάτο [ουσ ουδ.]
φουντώνω {φούντω-σα... φούσκα {χωρ. γεν....
φουντωτός [επίθ.] φουσκάλα {χωρ. γεν....
φούρια {χωρ. γεν.... φουσκαλιάζω {φουσκάλια...
φουριόζικος [επίθ.] φουσκί {φουσκ-ιού...
φουριόζος [επίθ.] φούσκισμα [ουσ ουδ.]
φούρκα {χωρ. γεν.... φουσκομάγουλος [επίθ.]
φουρκέτα {φουρκετών... φουσκονεριά [θηλ.ουσ]
φουρκίζω {φούρκισ-α... φούσκωμα {φουσκώμ-α...
φούρκισμα [ουσ ουδ.] φουσκωμάρα [θηλ.ουσ]
φουρνάκι [ουσ ουδ.] φουσκωμένος [επίθ.]
φούρναρης {φουρνάρηδ... φουσκώνω {φούσκω-σα...
φουρνάρης [ουσ αρσ ] φούσκωση {χωρ. πληθ...
φουρνάρικο [ουσ ουδ.] φουσκωτός [επίθ.]
φουρναριό [ουσ ουδ.] φούστα {χωρ. γεν....
φουρνέλο [ουσ ουδ.] φουστανέλα {χωρ. γεν....
φουρνιά [θηλ.ουσ] φουστάνι {φουσταν-ι...
φουρνίζω {φούρνισ-α... φουστίτσα [θηλ.ουσ]
φούρνος [ουσ αρσ ] φουτουρισμός [ουσ αρσ ]
φουρό {άκλ.} φουτουριστής [ουσ αρσ ]
φουρτούνα {χωρ. γεν.... φουτουριστικός [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: