Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


φούρναρης
ουσιαστικό αρσενικό

1 fornaciaio
2 fornaio
3 panettiere
4 panificatore

φουρνάρης
ουσιαστικό αρσενικό

fornaio, panettiere (m)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  φουρνάκι φουρνάρικο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---