Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


φουντάρω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 affondare
2 [αγκυροβολώ] gettare l'ancora

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  φουντάρισμα φουντούκι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---