Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

σερασκέρης [ουσ αρσ ] σέρνομαι αόρ. έσυρα...
Σεραφείμ [ουσ ουδ.] σέρνω {έσυρα, σύ...
σέρβερ [ουσ ουδ.] σεροτονίνη {χωρ. πληθ...
Σερβία [θηλ.ουσ] σερπαντίνα {χωρ. γεν....
σερβιέτα {σερβιετών... σερπετάδα [θηλ.ουσ]
σερβιέτακι {χωρ. γεν.... σερπετό [ουσ ουδ.]
σερβικός [επίθ.] σερσέμης {σερσέμηδε...
σερβίρομαι [ρ. παθ.] σέρφινγκ [ουσ ουδ.]
σερβίρω {σερβίρισ-... σέσκουλο [ουσ ουδ.]
σέρβις [ουσ ουδ.] σεσλών [θηλ.ουσ]
σερβίς [ουσ ουδ.] σεσουάρ [ουσ ουδ.]
σερβιτόρα {χωρ. γεν.... σέσουλα {χωρ. γεν....
σερβιτόρος [ουσ αρσ ] σετ [ουσ ουδ.]
σερβίτσιο [ουσ ουδ.] Σεϋχέλλες {Σεϋχέλλων...
σερβομηχανισμός [ουσ αρσ ] σεφ {άκλ.}
Σέρβος [ουσ αρσ ] σεφέρι {σεφερ-ιού...
σερβόφρενο [ουσ ουδ.] σηκός [ουσ αρσ ]
σεργιάνι {χωρ. γεν.... Σηκουάνας [θηλ.ουσ]
σεργιανίζω {σεργιάνισ... σηκωθείτε! [επιφ.]
σεργιάνισμα [ουσ ουδ.] σήκωμα [ουσ ουδ.]
σεργιανώ (σεργιάνισ... σηκωμένος [επίθ.]
σερενάτα {χωρ. γεν.... σηκωμός [ουσ αρσ ]
σερέτης {σερέτηδες... σηκώνομαι [ρ. παθ.]
σερίφης {σερίφηδες... σηκώνω (σήκ-ωσα, ...
σερμπέτι {σερμπετ-ι... σήμα {σήμ-ατος ...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: