Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σέρνομαι
ρήμα παθητικό

1 ciampicare
2 strascicare (vi)
3 strisciare (vi)
4 strusciarsi (vrifl)
5 tirarsi
6 trascinarsi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σερμπέτι σέρνω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---