Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

άφραστος [επίθ.] αφροδισιολόγος [ουσ αρσ και θηλ.]
αφράτος [επίθ.] αφροδίσιος [επίθ.]
αφρίζω {άφρισ-α, ... Αφροδίτη [κύρ.όν. θηλ.]
αφρίζων [επίθ.] αφροκοπάω [ρ.αμτβ.]
Αφρικάνα [θηλ.ουσ] αφροκουβανικός [επίθ.]
Αφρικανή [θηλ.ουσ] αφροκουβανός [ουσ αρσ ]
αφρικάνικος [επίθ.] αφρόκρεμα {χωρ. γεν....
αφρικανισμός [ουσ αρσ ] αφρόλουτρο [ουσ ουδ.]
αφρικανιστής [ουσ αρσ ] άφρονας [επίθ.]
αφρικανοποιώ [ρ. μτβ.] άφρονας [ουσ αρσ ]
Αφρικάνος [ουσ αρσ ] άφροντις [επίθ.]
Αφρικανός [ουσ αρσ ] αφροντισιά, (raro) αφροντισία {χωρ. πληθ...
Αφρική [κύρ.όν. θηλ.] αφρόντιστος [επίθ.]
άφρισμα [ουσ ουδ.] αφρόνως [επίρ.]
αφρισμένος [επίθ.] αφρόπλαστος [επίθ.]
αφροαμερικανικός [επίθ.] αφρός [ουσ αρσ ]
αφροαμερικανός [ουσ αρσ ] αφροσύνη {χωρ. πληθ...
αφροασιάτης [ουσ αρσ ] αφρούρητος [επίθ.]
αφροασιατικός [επίθ.] αφρώδης {αφρώδ-ους...
αφρόγαλα [ουσ ουδ.] άφρων {άφρ-ονος,...
αφρογαλάζος [επίθ.] άφταιγα [επίρ.]
αφροδίσια [ουσ ουδ πληθ.] άφταιγος [επίθ.]
αφροδισιακό [ουσ ουδ.] άφταρτος [επίθ.]
αφροδισιακός [επίθ.] άφταστα [επίρ.]
αφροδισιασμός [ουσ αρσ ] άφταστος [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: