Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόζωντανός
επίθετο 1 viνο, vive`nte όταν τον βρήκαν, ήταν ακόμη ζωντανός == quando l'hanno ritrovato, era ancora vivo 2 (fig) viva`ce, pie`no di vita είναι πολύ ζωντανό άτομο == è una persona molto vivace 3 (fig) viva`ce, brilla`nte, lumino`so ζωντανά χρώματα == colori brillanti 4 (fig) vivo, viva`ce ζωντανή αφήγηση == narrazione vivace | ζωντανή ανάμνηση == vivo ricordo 5 in dire`tta ζωντανή μετάδοση ενός αγώνα == trasmissione in diretta di una partita 6 (fig) dal vivo ζωντανή ηχογράφηση μιας συναυλίας == registrazione dal vivo di un concerto 7 di cibi freschi`ssimo ζωντανά μπαρμπoύνια == triglie freschissime | ζωντανός νεκρός == un cadavere ambulante ζωντανότατος επίθετο superlativo di [ζωντανός] ζωντανότερος επίθετο comparativo di [ζωντανός] ζωντανώτατος επίθετο superlativo di [ζωντανός] ζωντανώτερος επίθετο comparativo di [ζωντανός] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |